Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

τῶν προβάτων λελυκωμένα

См. также в других словарях:

  • λυκώ — Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν κόρη της Ιφιθέας και του Δίωνα, βασιλιά της Λακεδαίμονας. Ο Απόλλων χάρισε το δώρο της μαντικής τόσο σε αυτή όσο και στις αδελφές της, Όρφη και Καρύα. Επειδή η Λ. και η Όρφη εμπόδισαν την Καρύα να …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»